Από τους πρώτους περιηγητές που επισκέφτηκαν τη Σαλαμίνα, σύμφωνα με τα γραπτά κείμενα, ήταν ο τούρκος Εβλιά Τσελεμπί. Γεννήθηκε γύρα στα 1610 από πατέρα έμπορο και μητέρα σκλάβα. Μεγαλώνοντας μελέτησε το κοράνι και, μάλιστα, λέγεται πως είχε τόσο ωραία φωνή, ώστε ο ίδιος ο σουλτάνος τον καλούσε συχνά στο παλάτι για να απαγγείλει αποσπάσματα.
Γύρω στα 1660 πραγματοποιεί το ταξίδι του στην Ελλάδα. Τη χρονιά αυτή, εξαιτίας μιας σοροκάδας, αποβιβάζεται απ' το πλοίο του στα Σελήνια και μένει εκεί για λίγες ώρες. Έτσι του δίνεται η ευκαιρία να παρατηρήσει το τοπίο και να μας δώσει λίγες πληροφορίες για την τότε διοικητική οργάνωση του νησιού. Ας δούμε το απόσπασμα:
Πλεύσαμε για είκοσι περίπου μίλια και φτάσαμε στο νησί Κελούρ (Κούλουρη). Ανάμεσα στο Κελούρ και το Εζντέρ-λιμανί (Πειραιάς, κατά λέξη "του δράκου το λιμάνι", λόγω των δύο μαρμάρινων λεόντων που υπήρχαν στην είσοδό του), υπάρχει ένα μικρό νησάκι, που λέγεται: Χράμι (Ψυττάλεια). Το Χράμι είναι τόσο κοντά στο Εζντέρ-λιμανί - ούτε δύο μίλια αλάργα - που κάθε πρωί ακούγεται το λάλημα του κόκκορα. Ανάμεσα στα δύο νησιά, η θάλασσα έχει αρκετό βάθος, ώστε να μπορούν να περνάνε με άνεση τα πλοία.Το νησί Κελούρ είναι ξεχωριστός ναχιές (κοινότητα) του καζά (επαρχία) της Αθήνας, αλλά οι φόροι που εισπράττονται από εκεί αποτελούν εισόδημα του Καπουδάν Πασά (ναύαρχος του τουρκικού στόλου).Είναι κατάφυτο από δέντρα, κυρίως πεύκα και δρεις. Από μερικά σημεία της ακτής απέχει μόνο ένα μίλι κι η θάλασσα είναι ρηχή: μόλις που φτάνει τις τέσσερις με πέντε οργιές.Ο ναχιές έχει μια εκκλησία αφιερωμένη στον Άγιο Νικόλαο. Μπροστά σ' αυτήν την εκκλησία αράζουν όλα τα πλεούμενα που φτάνουν στο νησί. Τα πόσιμα και τα ποτιστικά νερά βρίσκονται στις δασώδεις χαράδρες του εσωτερικού του.Αποκεί, με πολύ κόπο - γιατί ο καιρό ήταν ανάποδος και φυσούσε ψυχρός αέρας - καταφέραμε να γυρίσουμε στο Εζντέρ-λιμανί. Την ίδια ώρα που φτάσαμε εμείς είχανε φτάσει και δύο ισπανικά ντελίνια (τύπος πλοίου) και χαιρετούσαν με κανονιοβολισμούς το βοεβόδα (τοποτηρητής) και τους Φράγκους προξένους. Αργότερα κι αφού ξεμπαρκάρανε, οι καπετάνιοι προσφέρανε στις αρχές πολλά και πλούσια δώρα.Την άλλη μέρα, αποχαιρετώντας τους φίλους και τους γνωστούς, εγώ ο άσημος περιηγητής, ξαναπήρα το δρόμο μου.
Τα βιογραφικά του Εβλία Τσελεμπί και το απόσπασμα προέρχονται από το βιβλίο "Εβλία Τσελεμπί", Ταξίδι στην Ελλάδα, Έρευνα Ν. Χειλαδάκης, εκδόσεις ΕΚΑΤΗ.
Και στάθηκε αυτή η άνοιξη, η πιο παράξενη της ζωής της.. Όχι μη νομίσετε πως της έτυχανγεγονότα προσωπικά ,παράξενα, που τέτοια τύχη, γιατί πάντα περίμενε κι ίσως ακόμα περιμένει,να της τύχουν τέτοια γεγονότα και κάποια μέρα ή μάλλον κάποια νύχτα, να σαν αυτή τη σημερινή, να έχει την ευλογημένη δυνατότητα να λέει σε κάποιους , όχι σε κάποιους τυχαίους ,σε κάποιους αγαπημένους που θα ακούν αυτόν τον άνεμο που ακούει τώρα αυτή τη νύχτα με τον ίδιο παραμυθένιο ήχο, ήχο που σε κάνει να θέλεις να εντάξεις τη ζωή σου σε χρόνους παραμυθιού.
- Ήταν λοιπόν κάποτε αγαπημένοι μου, πάνε χρόνια τώρα… ήταν άνοιξη και φυσούσε να όπως τώρα κι εκεί θα κάνει μια μικρή σιωπή και μαζί της θα σωπάσουν και οι αγαπημένοι και θ’ αφήσουν μόνο τον άνεμο να ακούγεται. .ήταν λοιπόν μια πολύ-πολύ μακρινή άνοιξηκι όλα άλλαξαν στη ζωή μου.. ήταν τότε που μετά από χρόνια στείραπου η ζωή μου κυλούσε χλιαρά.. και γνώρισατον τάδε…ερχόταν από χώρα μακρινή πολύ μακρινή, ήταν ένας άνθρωπος που δεν ταξίδευεούτε με αεροπλάνα , ούτε με τραίνα, ούτε με αυτοκίνητα ,ταξίδευε περπατώντας. Περπατούσε λοιπόν μέρες και νύχτες και περπατούσε και περπατούσε ώσπου έφτασε… έτσι ήθελε να της δοθεί η δυνατότητα να πει κάποτε, αλλά τώρα ακόμα δεν μπορούσε τίποτα να πει που να έχει το χρώμα του παραμυθιού. Κι ερχόμαστε ξανά στην άνοιξη την παράξενη όπως είπαμε.Πιο σωστό θα ήταν να πούμε στην άνοιξη που συνέβαιναν παράξενα φυσικά φαινόμενα.
Χθες ξημέρωσε μιαμέρα κίτρινη, φως απόκοσμο. Να κάπως έτσιθ’ αρχίσουν οι έσχατες μέρες του κόσμου ,σκέφτηκε. Σκόνη λένε από την Αφρική. Πένθος λέω εγώ του αέρα, πένθος για την μίζερη, ελεεινή, γεμάτη φόνους και πόνο πορεία των ανθρώπων. Μας βαρέθηκεη φύση.
Και κοίταξε από το παράθυρο αυτό το παράξενο φως κι ένα ρίγος κρυφήςπερηφάνιας ξύπνησε μέσα της.
Τουλάχιστον όλα θα τελειώσουν φοβεράκι ήρθε στο μυαλό της ο πίνακας του Ελ Γκρέκοκαταιγίδα στο Τολέδο ( έτσι σκέφτηκε εκείνη τη στιγμή αλλά όταν αργότεραανέτρεξε στον πίνακα διαπίστωσε πως αλλιώς τον είχε στο μυαλό της, είχε φανταστείπολύ πιο έντονο το γκρίζο χρώμα της καταστροφής)ήρθε λοιπόν στο μυαλό της ο πίνακαςκαταιγίδα στο Τολέδο και εικόνες από την Αποκάλυψη. Τα στοιχεία του σύμπαντος θα ξεσπάσουν πάνω μας με μανία σαν να μην ήμασταν σε όλους τους αιώνες ασήμαντα θλιβερά μυρμήγκια, αλλά σαν να ήμασταν και είμαστε άξιοι αντίπαλοι θεών και δαιμόνων. Κάτι είναι κι αυτό γιατί αρχίζοντας να γράφει,σκέφτηκε πως θα γεμίσει πάλι το άσπρο χαρτί με ασήμαντες ιστορίεςγια άγνωστους μικρούς ανθρώπους και τι νόημα είχε να κάνει κάτι τέτοιο. Ξαφνικά όμως της βγήκε αυτό το άξιος εχθρός, άξιος αντίπαλος και συνέχισε.
Σε λίγες μέρες θα γινόταν ο γάμος του γιού της. Ο γιός της…Τον αγαπούσε και τον φοβόταν μαζί. Φοβόταν την ορμητικότητα του. Τα λόγια του κάποιες φορές της φαίνονταν σαν μικροί τυφώνες που στροβιλίζονταν στην ασήμαντη καθημερινότητα των ανθρώπων κι έπαιρναν μαζί τους τα μέτρα και τα σταθμά. Της άρεσαν όμως οι σκέψεις και τα συναισθήματα του, που κινούνταν πάνω από την πρακτική λογική, αυτές οι ξαφνικές εξάρσεις του πνεύματός του , άγγιζαν παράτολμα τις ιδιότητες του θεού. Ένιωθε μια ανομολόγητη χαρά που ο γιός της ρισκάριζε για την ομορφιά της ζωήςαν κι αυτήφοβόταν πως μέσα σ’ αυτή την αλαζονεία ενυπήρχαν οι σπόροι της καταστροφής .Γιατί άνθρωποι που δρασκελίζουν τη γη με τέτοια βήματαδεν έχουντη δυνατότητα να δουν τις παγίδες αυτών των σπόρων….
Όμως κι αυτή ώρες- ώρεςθέλει να πιστεύει πως δεν μπορεί ο καιρός των ανθρώπων να κυλάει πάντα με τις ίδιες συνθήκες, κάποτε θα γίνει και η ανατροπή και οι σπόροιτης καταστροφής δεν θα μπορούν πια να βλασταίνουν.
Αυτές τις μέρες λοιπόν μετά τη σκόνη από την Αφρική ήρθε και η έκρηξη του ηφαιστείου στην Ισλανδία .
-Και τι να πω ..αυτός οαδιάκοπος αέρας , όλη τη νύχτα φυσάει και μένω σ’ ένα μοναχικό σπίτι κοντά στο δάσος, κι είναι κι αυτός ο αχός των δέντρων του δάσους που με κάνει ναπιστεύω σε όλες τις μελλούμενες κοσμογονικές αλλαγές που θα συμβούν , μόνο που μου φαίνονταν μαγικέςκαι επιθυμητές , ίσως λέω μέσα μου να γίνει ένα γερό ξεκαθάρισμα και να μας δοθεί η δυνατότηταόλα να τα αναθεωρήσουμε και να βάλουμε καινούργιες αρχές…και που ξέρεις μπορεί να ήρθε ο καιρόςτων θερμών ανθρώπων και δεν μπορώ να μη πω αυτότης αποκάλυψης …ούτως επειδή είσαι χλιαρός και ούτε ζεστός ,ούτε ψυχρός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματος μου.
-Ακόμα εδώ είσαι μάνα. Δεν είπες πως θα πας να διαλέξεις το κρασί;
Της το είχε ξεκόψει από την αρχή. Μην περιμένεις εκκλησίες και τέτοια. Μα παιδί μου μη βγάζεις από τις ζωή μας τις τελετουργίες ....Μην αφαιρείς από τους ανθρώπους το μαγικό στοιχείο. Ο Θεός είναι ένα περίεργο στοίχημα...Οι τελετουργίες έχουν ένα δυνατό μαγικό στοιχείο, θα μπορούσαν να είναι η δυνατότητα μιας μαγικής μέθεξης με πράγματα που παραμένουν ασύλληπτα . Με συγκινεί και με ενθουσιάζει ένας άνθρωπος που την ώρα που πέφτει το φως της μέρας υψώνει τα χέρια του στον ορίζοντα και ψέλνει τραγούδια που εκφράζουν πόθους ψυχής ή μπορεί απλά να βγάζει φθόγγους δοξαστικούς κι ένας μεγάλος πόθος είναι να είμαστε παιδιά του Θεού, όχι ταπεινοί πιστοί. Ο Θεός είναι πόθος περηφάνιας...Θα μπορούσε να είναι.
Τέτοια του έλεγε , γιατί ήθελε να αποφύγουν τα συμφωνητικά και τις απλές υπογραφές. Τελικάτης παραχώρησαν και κάπου το ήθελαν και οι ίδοι , ο γιός της και τη γυναίκα του, μια τελετή στο κτήμα τους.
-Άντε να δούμε τι θα κάνεις.
-Όχι τι θα κάνω ,αν δεν λάβετε μέρος κι εσείς , αν δεν σας συγκινούνοι προετοιμασίες, δε θα κάνω τίποτα εγώ.
Κι αρχίσαν τις προετοιμασίες . Δεν είχαν τίποτα συγκεκριμένο στο μυαλό τους .Κάθε μέρα που ξημέρωνε όλο και πρόσθεταν κάτι. Θα είναι μόνο οι φίλοι μας, χώρεσαν και κάποιοι συγγενείς. Δε θα φορέσω νυφικό. Διάλεξαν ένακόκκινο μακρύ φόρεμα με μια φαρδιά μαύρη ζώνη. Όχι επισημότητες. Τοποθέτησαν στα δέντρα μικρόφωνα και διάλεγαν για ώρες τη μουσική, πέρασε κι αυτή κάποια κομμάτια μεσαιωνικής μουσικής και έκαναν πρόβα με την Άνναγια κάποια βήματα. Να έτσι θα περπατήσεις .Δε θα φορέσω επίσημα ρούχα και γραβάτες αποκλείεται. Μαύρο παντελόνι και άσπρη πουκαμίσα. Μα τι λες τώρα ; Τον κοζάκο θα παραστήσω; Αποκλείεται . Κοίτα πόσο ωραία είναι αυτή μαύρη ζώνη πάνω από την πουκαμίσα. Δε θέλω ψητά και κρέατα στο τραπέζι επέμενε η οικολόγος νύφη της. Θα ετοιμάσουμεπιατέλες με νόστιμεςχορτοφαγικές συνταγές.Και το μαγικό πιο θα είναι παιδιά μου;.. Αυτή η μέθεξη που λέγαμε; Της επέτρεψαν αυτό να το κανονίσει μόνη της. Δύσκολο κομμάτι γιατί τίποτα δεν είχε στο μυαλό της. Κι εδώ σ’ αυτό το σημείο θα ανάψουμε τη φωτιά. Ήταν πάνω στο όριο θα άναβαν την τελευταία φωτιά στο ύπαιθρο για τούτο το χρόνο .Αρχές του Μάη απαγορευόταν πια οι φωτιές στο ύπαιθρο.
Ξεκίνησε για τα Μεσόγεια. Θα πήγαινε στους αμπελώνεςνα διαλέξει κρασί. Τα παιδιά δούλευαν και δεν είχαν χρόνο . Όχι πως γνώριζε από κρασιάαλλά να της μπήκε ξαφνικά η ιδέαπως θα ήταν πολύ όμορφα να βρεθείστα δροσερά ημιυπόγεια κελάρια των αμπελώνωνκαι να διαλέγει κρασί.
Η μέρα ήταν κάπως καθαρή, αλλά στις κορφές των βουνώνήταν εκείνη η ομίχλη η παράξενη .Βρισκόταν στο τρίτο κελάρι.
Μου φαίνεται πως θα συνεχίσω το ψάξιμο, έτσι όμορφα που νιώθω σ΄ αυτούς χώρους, σκέφτηκε.
-Θα σας προτείνω ένα κρασί πολύ ιδιαίτερο, μου είπε ο ιδιοκτήτης. Ελάτε μαζί μου.
Προχωρήσαμε στο βάθος του κελαριού. Κατεβήκαμε τρία σκαλιά . Ημίφως γεμάτο υγρασία και έντονη μυρωδιά παλιού κρασιού. Αυτό το κρασί που μου πρότεινε δεν το είχε ούτε σε μπουκάλια , ούτε σε ξύλινα βαρέλια .Το είχε σε μεγάλες πήλινες στάμνες.
-Δοκιμάστε.
Σήκωσε το πήλινο ποτήρι και ήπιε. Τέτοιο θα ήταν το κρασί που έφτιαξε ο Ιησούς στο γάμο της Κανά .Και το μυαλό της έπαιξε πάλι το δικό του παιχνίδι, έτσι ένιωσε να περνάει από τ’ αυτί της ένας δροσερός αέρας κι άκουσε έναν ψίθυρο.
«..τι είναι μεταξύ εσού κι εμού γύναι…»Πόσο παλιές οι εξεγέρσεις των γιων ..
Το διάλεξε.
¨Όλα ήταν έτοιμα εκείνη τη μέρα. Και δυο ώρες πριν από την τελετή ένιωσε την ανάγκη να πάει απέναντι, να περπατήσει λίγο στο βουνό, να δεί το κτήμα από απόσταση. Φυσούσε, όχι πια τόσο δυνατά. Καθόταν στην πέτρα που συνήθιζε. Μια συγκίνηση την κατείχε. Θυμήθηκε τον άντρα της που είχε πεθάνει εδώ και χρόνια. Σηκώθηκε. Στάθηκε σε στάση προσευχής .
Αυτή η στιγμή είναι για σένα που λείπεις . Δάκρυα κύλησαν από τα μάτια της. Είναι στιγμές χαράς αλλά εσύ ξέρεις πως τίποτα δεν κατάφερα στη ζωή μου απ’ αυτά που σχεδιάζαμε.. τίποτα. Μου λείπεις κι έστειλε έναν χαιρετισμό στον ορίζοντα. Άρχισε να κατεβαίνει την απότομη κατηφόρα. Σταμάτησε. Αυτή τη στιγμή την αφιερώνω σε όλους τους θλιμμένους και απαρηγόρητους κι είχε στο νού τηςτις δύομανάδες πρόσφατα σκοτωμένωννέων ανθρώπων, ο ένας μικρό παιδί γεμάτο φόβο και σύγχυση, δεν πρόλαβε να καταλάβειτι είναι ο κόσμος και άλλος .. το βλέμμα του καρφωμένο ακόμα στους τοίχους της πόλης σε δρόμους βρώμικουςνα κοιτάζει τις νύχτεςτο θάνατο να κυριεύεικαι να σαπίζει τα σώματα νέων ανθρώπων στην πλατεία. Ιησού ..παρηγόρησέ τες και συνέχισε Σταμάτησε πάλι. Τώρα κοίταζε τη χλόη που κυμάτιζε απαλά , παράξενη λίμνη, πράσινη ,κόκκινη, κίτρινη κι αυτή η παράξενη λίμνη για τουςαγαπημένους ηττημένους παλαιών και νέων ημερών. Άκουσε τη μουσική. Η τελετή ξεκινούσε ,σταμάτησε τις αφιερώσεις,πήρε μια βαθιά ανάσα καικατηφόρισε..
Κι έλαμψε το κόκκινο φόρεμα της νύφης κι ήταν τόσο όμορφος ο γιός της ,κοζάκος έτοιμος για πολεμικούς χορούς .Κι έβαλεστα κεφάλια τους στεφάνια από κόκκινα τριαντάφυλλακι είπε λόγια απλά,γεμάτα χαρά και δύναμη και προτροπή ναι, ναι είπε κι αυτό, να είστε θερμοί και όχι χλιαροί κι ύστεραάπλωσε τα χέρια της πάνω στα κεφάλια των παιδιών. Δεν είπε τίποτα απλάήθελε να τους ευλογήσει να περάσει μέσα από τα χέρια της όλη η αγάπη τηςκαι να φτάσει μέχρι το αίμα τους κι επικράτησε σιωπή κανείς δεν μιλούσε ..κι έπεφτε η νύχτα απαλά γλυκά και γύρω από τη φωτιά έγιναν χοροίσε παλιούς ρυθμούς και το κρασίκύλησε στο αίμα τουςκαι ξύπνησανοι πρωτόγονες επιθυμίες των ανθρώπωνκαι ξεχάστηκαν οι πόνοι και οι θλίψειςκι ακούγονταν ιαχές κι όλα φαινόντουσαν κατορθωτά και ο άνεμοςπερνούσε τρυφερός ανάμεσααπό αυτά τα πιο παράξενα πλάσματααυτής της γης.
Με μεγάλη μας έκπληξη είδαμε στο youtubeβίντεο από τη Σαλαμίνα το οποίο καταγράφει από εσωτερικό κύκλωμα την κλοπή ενός laptop από ένα κατάστημα ηλεκτρικών. Ο παροχέας του συγκεκριμένου βίντεο δε σταματά εκεί. Ζητάει και πληροφορίες για την ταυτότητα των δραστών. Αλήθεια, από πότε μια υπόθεση μικροκλοπής αποτελεί ζήτημα δημοσιοποιήσιμο σε μια παγκόσμια κοινότητα; Για ποιο λόγο αντικαθιστώνται οι θεσμοί που είναι αρμόδιοι να επιλύουν τέτοιου είδους ζητήματα; Μήπως είναι δείγμα της αδυναμίας τους να λειτουργήσουν εξαιτίας της κοινωνικής τους απονομιμοποίησης; Τελικά, τα προσωπικά δεδομένα του δράστη παύουν να ισχύουν από τη στιγμή της κλοπής κι ύστερα, οπότε χάνει και το τίτλο του πολίτη; Βέβαια, στο όλο θέμα υπάρχει κάτι ακόμη πιο τρομαχτικό. Η ταυτότητα του δράστη είναι θολή και μη αναγνωρίσιμη. Τα χαρακτηριστικά του προσώπου του δεν είναι τόσο ορατά για να γίνει μια υποτιθέμενη ταυτοποίηση στοιχείων και τελικά η καταγραφή του βίντεο επιτυγχάνει μονάχα τη διασπορά της υποψίας. Για παράδειγμα, ο γράφων γνωρίζει τουλάχιστον τρία άτομα που θα μπορούσαν να ταιριάξουν με το σκιώδη προφίλ του δράστη και ενδεχομένως να μπορούν με ευκολία να στοχοποιηθούν. Μήπως θέλετε και τα στοιχεία τους;
Αν η ρουφιανιά είχε πολλά ποδάρια, τώρα πια με τη βοήθεια της ‘πολυεθνικής’ τεχνολογίας έρπεται σα την σαρανταποδαρούσα.
Οχι,δεν ειμαι φιλος της εκκλησιας ,ουτε των κοιλαραδων παπαδων της. Ουτε μου αρεσει η ταπεινοτητα των πιστων ,ουτε η ιδεα πως υπαρχει καποια ανωτερη δυναμη εξω απο εμας που κατεχει τη μοιρα του κοσμου στα χερια της .
Η τυχη της ζωης μας βρισκεται αποκλειστικα στα χερια μας ,αρκει να την αρπαξουμε. Κι ομως καταλαβαινω απολυτα την επιθυμια των ανθρωπων να πιαστουν απο καπου. Η ανασταση ,μακρια και περα απο θρησκοληπτες δοξασιες , ειναι ενα μηνυμα ζωης. Ειναι η εσωτερικη αναγεννηση καθε ανθρωπου που νικαει τους καθημερινους ''θανατους'' των δυσκολιων και των απογοητευσεων που συχνα πλημμυριζουν την ψυχη μας.
Ειναι η πιστη για την εσωτερικη δυναμη που βρισκεται στιν καθενα μας ,αρκει να μη τη λησμονει . Οπως λεει και μια ρωσικη παροιμια ''επιτρεπεται να πεσεις ,επιβαλλεται να σηκωθεις''.
Οποιος πει πως η ζωη ειναι ευκολη ,ειναι μεγαλος ψευτης. Οσοι ζουν αληθινα ,ξερουν καλα οτι η ζωη ειναι μια διαρκης αντιφαση, πονος -χαρα -μελαγχολια -γελιο -σιωπη -σκεψεις- χαμογελα, ανθρωπινες καταστασεις που προκυπτουν απο μια ακαταπαυστη τυχαιοτητα συμβαντων και ως φυσικη συνεπεια καποιων επιλογων...
Υπαρχουν μερες που δεν θελεις να σηκωθεις απο το κρεβατι , μερες που βουλιαζεις σε αδιαξοδικες σκεψεις, μερες που θεωρεις οτι περνουν βασανιστικα ασκοπα.
Κι ομως καθε μερα ειναι μια υπεροχη ευκαιρια..Ισως εχουμε παραπαρει τη ζωη στα σοβαρα και δεν ρισκαρουμε να ανακαλυψουμε τις χαρες που μπορει να κρυβονται στις πιο μεγαλες πραξεις ,αλλα ακομα και σε μια ''ασκοπη'' βολτα μιας ηλιολουστης μερας.
Και παντα με την πεποιθηση πως οτι ''χανουμε'' ειναι στο χερι μας να το ξανακερδισουμε. Απλα η συναισθηση της απωλειας μας υπενθυμιζει πως μερικα προσωπα ειναι μοναδικα.
Ετσι λοιπον ,καθε πρωινο ξυπνημα και μια ανασταση ,μια ευκαιρια για κατι καινουργιο,μια ανανεωση του συμβολαιου της ζωης και μια υποσχεση συντομου ανταμωματος αγαπημενων προσωπων..
Μεσα απο αυτην την οπτικη καλη ''ανασταση'' σε ολους.
Το “Ρίγκο”, (Θεός ‘σχωρέστον) όλοι τον είχανε κοροϊδέψει στη Κούλουρη, και όλοι έχουνε να πούνε μια “φάση” μ’ αυτόν. Το “Ρίγκο” είχε βγει νομίζω από την εμμονή του να κάνει ότι πυροβολεί, να κάνει κάπως το καουμπόϊ.. Τα ΄χε και λίγο χαμένα ..
Ήταν από κείνα τα βράδια που μας έβρισκε το ξημέρωμα έξω από το Δύο+2. Έβγαινες από το μπαράκι και το πρώτο φως της μέρας με το καθαρό αέρα σε “πειράζανε” στα μάτια ρε παιδί μου… Και μετά ήταν λίγο σαν ραντεβού.. Έρχονταν κι άλλοι, από άλλα μπαράκια και καθόμασταν στις καρέκλες. Σκίζαμε και κάνα σάντουιτς και μετά τη κάναμε .. Κίνηση στο δρόμο, τίποτα. Αν πήγαινε κανένας για δουλειά με παπάκι σιγά σιγά. Όπως καθόμασταν λοιπόν στις καρέκλες έξω, σκάει με γκάζια ένα μπλε Mitsubishi Lancer με κάτι πιτσιρικάδες μέσα.Βγαίνουν οι τρεις έξω, και μένει ο οδηγός μέσα. -”‘ ‘Άντε ρε, ξεκίνα” λέει ο ένας του οδηγού. Ο οδηγός κοιτάει τους άλλους. -”Σίγουρα ρε?” “Ναι ρε, δώστα!” Μαρσάρει ο οδηγός, και ξεκινάει κάτι “καθιστά” σπιναρίσματα .. Φέρνει το αμάξι επιτόπια στροφή με το χειρόφρενο, μία,δύο, τρεις μπορεί και τέσσερις και πέντε φορές. Όταν επιτέλους σταμάτησε το αμάξι να φέρνει βόλτες γύρω από τον εαυτό του, οι πιτσιρικάδες βάζουν τις φωνές “Αααααα” και τρέχουν στο πορτμπαγκάζ . Το ανοίγουν, και τι να δούμε? Μέσα στο πορτμπαγκάζ κουλουριασμένος ο Ρίγκο! “Έλα, βγες” του λένε. Σηκώνει το κεφάλι, κοιτάει γρήγορα δεξιά αριστερά και κατεβαίνει. Όπως πάει να περπατήσει όμως, κάνει 2-3 βήματα, πέφτει κάτω. Είχε ζαλιστεί από τα σπιναρίσματα.. Κάνει δυο βήματα και πάει στις καρέκλες. Πέφτει ανάσκελα. -”Έλα, πάρε” του λένε και του δίνουν ένα χιλιάρικo.
1.Κάθε ανάρτηση του blog εκφράζει μονάχα τον αρθρογράφο της_ 2.Κάθε ιστορική αναφορά που παρατίθεται στο blog εχθρεύεται τις διαδρομές του πατριωτικού σπαραγμόύ ή της υπερηφάνειας._ .