ΣΠΟΥΔΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΘΑΝΑΤΟΝ ΖΩΗ
….Εμείς οι άνθρωποι είμαστε όμοιοι
με τις γενιές των φύλλων…
λέει ο Όμηρος στο ραψωδία Ζ της Ιλιάδας. Των φύλλων των δέντρων που μετά την άνοιξη τα παρασέρνουν οι φθινοπωρινές βροχές και γίνονται χώμα και γίνονται λάσπη.. Είναι μια εκδοχή… Υπάρχουν όμως άνθρωποι δημιουργοί που είναι αθάνατοι , έχουν μερίδιο στην «ενδοκοσμική αθανασία». Σ’ αυτούς ανήκει και ο Ευριπίδης.
Αλλά ένας πιο απλός τρόπος να βιώνεις αυτή την αθανασία κάποιων, είναι να περπατάς ξανά και ξανά σε τόπους που εκείνος περπάτησε, να κάθεσαι σ’ ένα κοίλωμα του βράχου που εκείνος κάθισε και να κοιτάζεις τον ορίζοντα.
-Αυτό που βλέπουμε εμείς τώρα , το έβλεπε και ο Ευριπίδης, είπε ο Σταμάτης.
Και έτσι είναι γιατί το τοπίο που αντικρίζει κανείς από τη σπηλιά του Ευριπίδη στη Σαλαμίνα είναι η θάλασσα και τα βουνά, τοπίο που δεν άλλαξε ή αν η αλλαγή συντελείται μέσα στα χρόνια, δεν είναι ακόμα ορατή στα μάτια των ανθρώπων.
Κι είναι το μέρος σαν ένα μπαλκόνι του κόσμου κι από κάτω γκρεμός γεμάτος πεύκα και δίπλα η σκοτεινή και χαμηλή είσοδος της σπηλιάς.
Από τη μια η δυνατότητα να γλιστρήσεις και να σκορπίσει το σώμα σου ανάμεσα στους λεπτούς κορμούς των δέντρων κι από την άλλη η δυνατότητα να διπλωθείς στα δύο και ν’ αρχίσεις να κατεβαίνεις…να κατεβαίνεις. Μια κάθοδος δύσκολη. Ακολουθείς το δρόμο που έφτιαξαν τα νερά κάποιου αρχαίου ποταμού, έτσι λέει ο μύθος…Και μου αρέσουν οι μύθοι…και ταιριάζουν στο τοπίο.
Ακραίο τοπίο.. και τα ακραία τοπία, οι βαριές πόλεις, γεννούν στους δημιουργούς δυνατές συγκινήσεις και ιδέες.
Η αντίθεση που υπάρχει εδώ είναι καθοριστική. Πριν μπεις στη σπηλιά το φως έντονο, ο ορίζοντας απέραντος, αίσθηση κυριαρχική, ανατρεπτική..
.. « Βλέπεις ψηλά τον άπειρο αιθέρα που κρατάει ολόγυρα
στην υγρή αγκαλιά του όλη τη γη; ..Πίστεψε πως αυτός είναι ο Θεός…» Είπε ο Ευριπίδης ίσως εμπνευσμένος από τούτο το τοπίο.
Κι αρχίζεις μετά την πορεία στη σπηλιά. Το σκοτάδι πυκνό, το πέρασμα στενό, σε κάποια σημεία πρέπει να περάσεις με το πλάι. Σαν να ακολουθείς ανάποδα την πορεία μιας γέννησης, σαν να κατευθύνεσαι σε μια μήτρα της γης.. Κι αν δεν σταματήσεις στην πρώτη αίθουσα και θελήσεις να κατεβείς στο κρησφύγετο των ανταρτών, θα υποστείς μια ακόμα δοκιμασία.
Κι όπως είχα ξαπλώσει και γλίστραγα στη μικρή τρύπα για να κατεβώ στην αίθουσα των σταλακτιτών δεν ήταν πια η περιέργεια που με κατείχε, δεν ήταν το δύσκολο που με γοητεύει, ήταν η αρχέγονη τρέλα των ανθρώπων , η αρχέγονη περιέργεια…μήπως δώ κάτι, μήπως συναντήσω κάτι που θα μου δώσει μια απάντηση.. Πότε…πώς….και μετά…
Μα θα μου πείτε αυτόν τον χώρο τον έχουν επισκεφτεί κι άλλοι…Ε, να, είναι που πιστεύω πως οι χώροι δε μιλάνε πάντα, δύσκολα μιλάνε.
Και βρέθηκα ανάμεσα στους σταλακτίτες και τα χέρια μου όπου ακουμπούσαν στην οροφή σκόρπιζαν το θάνατο στη σιωπηλή ζωή και τη δημιουργία των σταγόνων του νερού. Το πέτρωμα που έμενε στα χέρια μου ίσως ήταν γέννημα κάποιων χρόνων…και η παρουσία των ανθρώπων θο
ρυβώδικη, χαρούμενη «ασεβής».Και θέλησα ν’ ακούσω τα λόγια του χώρου και θέλησα να νιώσω την αίσθηση του απόλυτου σκοταδιού…Κι άκουσα μόνο το μικρό ήχο των σταγόνων και ξεχώρισα την ανησυχία και το φόβο των πληγωμένων σημείων της οροφής γι’ αυτήν την ξαφνική και επώδυνη εισβολή και το σκοτάδι που για δευτερόλεπτα επικράτησε, ξεσήκωσε μέσα μου ανταρσία και άρνηση…΄Όχι, δεν μου φτάνει αυτό που υπάρχει…δεν μου αρκεί, κι άπλωσα τα χέρια μου ψηλαφώντας μήπως και βρω το πέρασμα…Ναι, ναι κάποιοι λένε πως εδώ ήταν…είναι…ένα από τα περάσμ
ατα για την γη του Κάτω Κόσμου…Κι όταν ακόμα και οι μύθοι μου δίνουν προοπτικές πρωτόγνωρων πραγμάτων αφήνω την ελπίδα , έστω και τρελή ελπίδα να κυριεύει το κάθε μου κύτταρο.
Όμως μια στιγμή ήταν . Οι φακοί ξανάναψαν. Τα χέρια μου γεμάτα λεπτή λάσπη δεν βρήκαν τίποτα.
Και άρχισε η επιστροφή.
Στο δυνατό φως της μέρας είδα τα ρούχα μου γεμάτα λάσπη, είδα στη θάλασσα ένα μοναχικό κύμα να έρχεται γρήγορα προς την ακτή.
-Είναι δελφίνια, είναι δελφίνια.
Κάθισα σ’ ένα κοίλωμα του βράχου, ‘Αναψα ένα τσιγάρο.
Ξαναγύρισα στη σκέψη για την επίδραση των τοπίων στους δημιουργούς. Είναι αλήθεια πως τα έργα του Ευριπίδη σε σχέση με τους άλλους τραγικούς είναι πολύ πιο ανθρώπινα. Έντονα πάθη, μίσος- αγάπη, πόνος-χαρά, καταγράφονται με όρους ψυχολογικού δράματος και ανθρώπινου σπαραγμού. Είναι αλήθεια πως στάθηκε καινοτόμος σε πολλά επίπεδα στη δραματουργία, αλλά ακόμα αμφισβήτησε και την κρατούσα θρησκεία και επηρεάστηκε από τους σοφιστές. Εγώ όμως δε θα αναλύσω το έργο του Ευριπίδη, αυτό ανήκει στους φιλολόγους…
Άρχισα την κατάβαση μέσα στο δυνατό φως κουβαλώντας στα ρούχα μου τμήματα της σκοτεινής ζωής της σπηλιάς.
Και μουρμούριζα λόγια του Ευριπίδη. «Οι δειλοί δεν έχουν καμιά αξία»
«πρέπει να τολμούν οι άνθρωποι»
Και αναρωτιέμαι είναι δειλία ή τόλμη να κοιτάς ολόγυρα και να λες:
«Βλέπεις ψηλά τον άπειρο αιθέρα
Που κρατάει ολόγυρα στην υγρή
Αγκαλιά του τη γη;
Πίστεψε πως αυτός είναι ο Θεός..»
Ή μήπως στενεύεις τους ορίζοντες της ψυχής και του μυαλού….
Σταμάτησα απότομα την κατάβαση.
Η ζέστη δεν ήταν ευχάριστη
Η σκόνη ενοχλούσε την αναπνοή μου, τα χρώματα των λουλουδιών μου φάνηκαν λιγοστά, το τοπίο όχι αρκετό για την ψυχή μου. και είπα:
Σου αρκεί να είναι αυτός ο Θεός;…
Αθηνά Τσάκαλου
7 σχόλια:
Ο Θεός αν βρεθεί ποτέ, θα βρεθεί σε μία γειτονιά, μέσα στη καρδιά της πόλης, δίπλα θα παίζουνε παιδιά, θα ακούγονται κορναρίσματα. Μια πόρτα θα κλείνει εκκωφαντικά, μια γιαγιά θα κλείνει τα μάτια της σ' ένα παγκάκι ενώ δίπλα της ένας τρελός θα τη προσπεράσει καθώς θα περιφέρετε με ένα σκοινί στο λαιμό του ψάχνοντας ένα γερό δέντρο.
Σε όλα συμφωνώ... Ακόμα και ο τρελός με το σχοινί στο λαιμό...Μόνο που όταν βρει το δέντρο θα πετάξει το σκοινί ψηλά και θα κάνει σε ένα γερό κλαρί μια αιώρα από κείνες που έφτιαχναν παλιά οι κοπέλες των χωριών και θα ανέβει στην αιώρα με την προοπτική να εκτιναχτεί έξω από τα όρια του κι ίσως εκεί βρει το Θεό..το θεό του.. Γιατί εγώ σήμερα συνάντησα το θεό όταν ξαφνικά βρέθηκα μπροστά σ' ένα μεγάλο φράχτη ολάνθιστο , τόσο ολάνθιστο που καταντούσε απίστευτος..¨ενας φράχτης γεμάτος άσπρα τριαντάφυλλα. Σε τέτοια μέρη κατοικεί ο θεός...
Μπορεί να τον συνάντησες και εκεί. Δε ξέρω βέβαια αν προσπάθησες να τον αγγίξεις. Θα μάτωνες από τα αγκάθια.
Έτσι κι αλλιώς ο θεός είναι δύσκολη υπόθεση.Και σίγουρα ματώνεις αν θέλεις να τον αγγίξεις και δεν είναι κακό να ματώνεις...και πρέπει να ψάχνεις πολύ για να βρεις το θεό των ανήσυχων ανθρώπων, το θεό της ομορφιάς το θεό της παράλογης αλλά τόσο όμορφης περηφάνειας του ανθρώπου. ..Αλλιώς μένεις με τα καθημερινά, τα μίζερα, μένεις στη χρηστική αξία του θεού. όπως ξαφνικά σε βάζουν να ορκιστείς για έναν καβγά , που μετά από λίγο θα ξεχάσεις και την αιτία του, σε βάζουν να ορκιστείς στο ευαγγέλιο, στο θεό και κάπου υπάρχει η φράση " ας είναι μαζί μου ο θεός και το ιερό του ευαγγέλιο" και το κάνεις χωρίς κανένα ενδοιασμό , γεμάτος κακία ,γεμάτος απο τη σκέψη 'τώρα θα δεις τι πάθεις ρε συ γείτονα που τόλμησες...και ο θεός ασφαλώς και δεν καταδέχεται να είναι στις μικροπρέπειες των ανθρώπων και ίσως είναι καιρός να αναζητήσουμε τη γυμνή όψη του θεού αφαιρώντας τα ρούχα που του φόρεσαν οι άνθρωποι ανά τους αιώνες μόνο και μόνο για να βολεύουν τις φοβισμένες υπάρξεις τους...Κι εγώ είμαι ακόμα στους δρόμους, και δεν αγγίζω εύκολα τους ανθισμένους φράχτες ...
Εξαιρετικό κείμενο, όπου η ματιά προς τα μέσα, εμπεριέχει σοφά τη ματιά προς τα έξω και το αντίθετο. Το κείμενο διατρέχει μια αίσθηση ρέμβης και διαχρονικότητας. Ευθύβολα, απλά, βαθιά... Έτσι ώστε, να χαίρεται ο αναγνώστης να "βλέπει" με τα δικά σου μάτια.
Εξαιρετικό κείμενο, όπου η ματιά προς τα μέσα, εμπεριέχει σοφά τη ματιά προς τα έξω και το αντίθετο. Το κείμενο διατρέχει μια αίσθηση ρέμβης και διαχρονικότητας. Ευθύβολα, απλά, βαθιά... Έτσι ώστε, να χαίρεται ο αναγνώστης να "βλέπει" με τα δικά σου μάτια.
Αθηνά μου, άργησα αλλά ήρθα… σε συνάντησα σ’ ένα κείμενο θαυμάσιο που πηγαίνει τον αναγνώστη χέρι χέρι στα μονοπάτια του ρεμβασμού… σ’ ένα ταξίδι στο πριν και το πάντα… στην είσοδο και την κατάβαση εντός μας. Εκεί που ο άνθρωπος αναζητώντας τον θεό συναντά τον εαυτό του.
Σε φιλώ
Δημοσίευση σχολίου